Μάντισον

Μάντισον
(Madison). Πόλη (208.054 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ, πρωτεύουσα της πολιτείας Γουισκόνσιν (145.436 τ. χλμ., 5.441.196 κάτ. το 2002). Η πόλη βρίσκεται ανάμεσα σε τέσσερεις λίμνες και ιδρύθηκε το 1836, αποκτώντας την ονομασία της από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ. Αποτελεί σπουδαίο οδικό και σιδηροδρομικό κόμβο και η βιομηχανία της απασχολεί χιλιάδες άτομα. Παράγει γεωργικά μηχανήματα, ραδιοφωνικές και ηλεκτρικές συσκευές, ενώ διαθέτει εργοστάσια παραγωγής κρεατοκομικών και γαλακτοκομικών προϊόντων. Η Μ. διαθέτει πανεπιστήμιο από το 1849 και ορισμένα από τα αξιοθέατά της είναι κάποια οικοδομήματα του σημαντικού αρχιτέκτονα Φρανκ Λόιντ Ράιτ, ο οποίος καταγόταν από την πολιτεία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Μάντισον, Τζέιμς — (James Madison, Βιρτζίνια 1751 – 1836). Αμερικανός πολιτικός, τέταρτος κατά σειρά πρόεδρος των ΗΠΑ (1809 17). Ήταν γιος πλούσιου γαιοκτήμονα και συμμετείχε στην επανάσταση της Βιρτζίνια κατά των Άγγλων (1776). Εξελέγη μέλος της προσωρινής… …   Dictionary of Greek

  • Τέρμαν, Λιούς Μάντισον — (Terman, Τζόνσον Κάντρι, Ιντιάνα 1877 – Πάλο Άλτο, Καλιφόρνια 1956). Αμερικανός ψυχολόγος. Καθηγητής της ψυχολογίας και της παιδαγωγικής στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ, δημιούργησε ένα από τα σημαντικότερα και δυσκολότερα τεστ νοητικής ικανότητας: τη …   Dictionary of Greek

  • ομοσπονδία — Με τον όρο ο. δηλώνονται σχέσεις ιδιωτικές και σχέσεις δημόσιες. Στον ιδιωτικό τομέα ο. είναι η ένωση σωματείων (εργατικών, αθλητικών) ή συνεταιρισμών που επιδιώκουν κοινούς σκοπούς, και η συνομοσπονδία είναι ένωση τέτοιων ο.· και η μια και η… …   Dictionary of Greek

  • Αμερικανική Εταιρεία Αποικισμού — (American Colonization Society). Οργάνωση που ιδρύθηκε το 1816 με σκοπό την επαναφορά των απελεύθερων πλέον μαύρων της Αμερικής στην Αφρική. Ιδρυτής της ήταν ο πρεσβυτεριανός ιερέας Ρόμπερτ Φίνλεϊ. Στην προσπάθειά του ενισχύθηκε από τον τότε… …   Dictionary of Greek

  • Γουισκόνσιν — (Wisconsin). Ομόσπονδη πολιτεία (141.712 τ. χλμ., 5.440.290 κάτ. το 2002) των βόρειων ΗΠΑ, στην περιοχή των Μεγάλων Λιμνών. Βρέχεται Β από τη λίμνη Σαπίριορ και Α από τη λίμνη Μίσιγκαν· συνορεύει με τις πολιτείες Μίσιγκαν στα Β, Μινεσότα στα Δ,… …   Dictionary of Greek

  • Ίστγουντ, Κλιντ — (Clint Eastwood, Σαν Φρανσίσκο 1930 –).Αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ξεκίνησε την καριέρα του ερμηνεύοντας διάφορους ρόλους στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση, πριν γίνει γνωστός από τα γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε,… …   Dictionary of Greek

  • Λιούις, Μεριγουέδερ — (Meriwether Lewis, Βιρτζίνια 1774 – 1809). Αμερικανός εξερευνητής. Το 1794 κατατάχθηκε ως εθελοντής στον στρατό της πολιτείας της Βιρτζίνια. Αργότερα (1801 3) χρημάτισε ιδιαίτερος γραμματέας του Αμερικανού πρόεδρου Τζέφερσον και το 1804, μαζί με… …   Dictionary of Greek

  • Μαρκέσας — (ισπαν. Islas Marquesas, γαλλ. Iles Marquises). Αρχιπέλαγος (1.274 τ. χλμ., 8.712 κάτ.) στον νότιο Ειρηνικό ωκεανό. Βρίσκεται μεταξύ 7° 40’ και 10° 40’ νότιου πλάτους και μεταξύ 138° 20’ και 140° 50’ δυτικού μήκους, ΒΑ των νησιών Τουαμότο.… …   Dictionary of Greek

  • Ματάου, Γουόλτερ — (Walter Matthau, Νέα Υόρκη 1920 – 2000). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του αμερικανού ηθοποιού, ρωσοεβραϊκής καταγωγής, παραγωγού και σκηνοθέτη του θεάτρου και του κινηματογράφου Γουόλτερ Ματουτσανσκαγιέφσκι (Walter Matuschanskayavsky). Έκανε την πρώτη… …   Dictionary of Greek

  • Μισούρι — I (Missouri). Ποταμός (4.740 χλμ.) των ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος δεξιός παραπόταμος του Μισισιπή. Πηγάζει από τις ανατολικές πλαγιές των Βραχωδών Ορέων και σχηματίζεται από τη συμβολή των ποταμών Τζέφερσον και Μάντισον. Το μεγαλύτερο μέρος του πάνω ρου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”